μιγκρελιανός

μιγκρελιανός
-ή, -ό
φρ. «μιγκρελιανή γλώσσα»
γλωσσ. γλώσσα χωρίς γραπτά μνημεία η οποία μιλιέται κατά μήκος τών ακτών τού Εύξεινου Πόντου στη Γεωργία τής ΕΣΣΔ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”